Θουκυδίδης

Ο Θουκυδίδης ήταν στρατηγός του Πελοποννησιακού πολέμου και ένας από τους πιο σημαντικούς ιστορικούς που έχει η ανθρωπότητα να επιδείξει (μαζί με τον Ηρόδοτο). Γεννήθηκε στην Αττική το 460 πΧ, στο δήμο Αλιμούντα (ή Αλίμους). Είχε πατέρα τον Όλορο και μητέρα την Ηγησιπύλη. Το όνομα Όλορος δεν ήταν καθόλου συνηθισμένο για την Αθήνα. Τον μόνο που γνωρίζουμε με το ίδιο όνομα είναι ο βασιλιάς της Θράκης, η κόρη του οποίου ήταν παντρεμένη με τον Μιλτιάδη. Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με το ότι ο Θουκυδίδης είχε κτήματα στην Θράκη, μας κάνει να υποπτευόμαστε ότι πολύ πιθανόν ο πατέρας του (και κατ’ επέκταση κι ο ίδιος) να είχε συγγένεια τόσο με τον βασιλιά της Θράκης, όσο και με τον Μιλτιάδη και τον Κίμωνα.

Μεγάλωσε στην Αθήνα σε μία περίοδο ακμής, κατά την εποχή της άνθισης του πολιτεύματος της δημοκρατίας , η οποία σαν πολιτικό σύστημα υπήρξε η ιδανική μήτρα για την ανάπτυξη της ρητορικής τέχνης. Επομένως, επηρεάστηκε έντονα καθώς ενηλικιωνόταν από τους σοφιστές και τους ρήτορες που είχαν συρρεύσει στην πόλη του από όλα τα μέρη της Ελληνικής επικράτειας. Ένας από τους δασκάλους ρητορικής, του οποίου τα μαθήματα παρακολούθησε, ήταν ο Αντιφώντας, αλλά γενικότερα ανήκε στους τυχερούς, οι οποίοι συνυπήρξαν με εκπληκτικές προσωπικότητες, όπως ο Σωκράτης, ο Πρωταγόρας, ο Περικλής, ο Ευριπίδης, ο Φειδίας κλπ. Η πόλη του, εκείνη την περίοδο, ήταν παντοδύναμη και εισέπραττε φόρους, τους οποίους χρησιμοποίησε, μεταξύ άλλων, στον καλλωπισμό της και για το χτίσιμο του Παρθενώνα. Δυστυχώς, όμως, του έμελε να βιώσει εξίσου από κοντά και την πτώση της αθηναϊκής ηγεμονίας , η οποία είχε αρχίσει προ καιρού να ασφυκτιά τις υπόλοιπες ελληνικές πόλεις. Κατά την διάρκεια του πολέμου, το 430, προσβλήθηκε από τον λοιμό, αλλά κατάφερε να επιβιώσει. Το 424 εκλέχτηκε στρατηγός από τους συμπολίτες του και στάλθηκε να υπερασπιστεί τις αθηναϊκές κτήσεις στο Βόρειο Αιγαίο (τη Χαλκιδική και την Θράκη) από τους αντιπάλους τους ,τους σπαρτιάτες. Δυστυχώς, όμως, απέτυχε να ματαιώσει την συνθηκολόγηση της Αμφίπολης. Οι Αθηναίοι τότε τον κατηγόρησαν για προδοσία και τον καταδίκασαν σε θάνατο. Ο Θουκυδίδης, για αυτόν ακριβώς τον λόγο, διέφυγε αρχικά στα κτήματά του στη Σκαπτή Ύλη (στη Θράκη) και για 20 ολόκληρα χρόνια παρέμεινε αυτοεξόριστος από την Αθήνα. Κατά τη διάρκεια αυτής της χρονικής περιόδου ταξίδευσε σε όλες τις ελληνικές πόλεις που εμπλάκηκαν , έμμεσα ή άμεσα στον πόλεμο, που έμελλε να μείνει γνωστός στην ιστορία ως Πελοποννησιακός και ο οποίος διήρκησε για περίπου 30 χρόνια (431- 404 πΧ).

Ο Θουκυδίδης θεώρησε σημαντικό να καταγράψει την ιστορία του πολέμου που αποδυνάμωσε όλες τις ελληνικές πόλεις και που τερμάτισε την παντοδυναμία της Αθήνας. Προσπάθησε να αποδώσει όσο πιο αντικειμενικά γινόταν το τι συνέβη, συγκεντρώνοντας στοιχεία από αυτόπτες μάρτυρες από αντίπαλες παρατάξεις, συγκρίνοντας τις μαρτυρίες αυτές, διαβάζοντας τα κείμενα των συνθηκών και τα διάφορα επίσημα αρχεία των πόλεων που επισκέφτηκε. Κράτησε απέξω από τις περιγραφές του τις υπερφυσικές παρεμβάσεις από την μεριά των θεών, τα θαύματα, τις προλήψεις και τους οιωνούς. Θεωρούσε ότι το μόνο που καθόριζε την έκβαση του πολέμου ήταν η ύπαρξη ή η αποφυγή στρατιωτικών και πολιτικών σφαλμάτων, γεγονός που δεν είχε καμία σχέση με την παραβίαση της «θεϊκής ηθικής» από την μεριά του ηττημένου, ώστε να προκαλέσει την Νέμεση- οργή των θεών. Η εξέλιξη της ιστορίας δεν αφορά λοιπόν την εύνοια ή μη των θεών, αλλά έχει άμεση σχέση με την ανθρώπινη φύση, τα πάθη και την ακατάπαυστη επιθυμία των ανθρώπων για συσσώρευση πλούτου και δύναμης. Ο ισχυρός είναι αυτός που επιβάλει τους κανόνες του. Επομένως, καθώς πίστευε ότι οι άνθρωποι μπορούσαν να διδαχτούν από την ιστορία και να αποφύγουν την επανάληψη των ίδιων λαθών, προσπάθησε να διαλευκάνει τις αφορμές και τις συνέπειες αυτού του τραγικού εμφυλίου πολέμου και να εξηγήσει τις αιτίες των επιλογών των πρωταγωνιστών, ώστε κάτι τέτοιο να μην επαναληφθεί στο μέλλον.

Το 404 , με την λήξη του πολέμου, δόθηκε γενική αμνηστία κι ο Θουκυδίδης κατάφερε να επιστρέψει για ένα μικρό χρονικό διάστημα στην Αθήνα, μετά την πτώση των 30 τυράννων, αλλά ξαναέφυγε, επειδή απογοητεύτηκε, για την Θράκη, όπου και συνέχισε την συγγραφή του έργου του έως ότου πέθανε, το 400 πΧ. Ο θάνατος του είναι ο λόγος για τον οποίο δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει την συγγραφή της εξιστόρησης του πελοποννησιακού πολέμου, φτάνοντας μόνο έως το 411 πΧ. Εικάζεται ότι το τελευταίο βιβλία της ιστορίας γράφτηκε από την κόρη του, υπό της επίβλεψης του Ξενοφώντα. Το έργο του Θουκυδίδη χωρίστηκε σε 8 βιβλία, όχι από τον ίδιο , αλλά από τους μετέπειτα γραμματικούς* της Αλεξανδρινής περιόδου, οι οποίοι επέλεξαν τον τίτλο «Ιστορία του Θουκυδίδη (ή Συγγραφή)». Ένα άλλο μέρος του έργου του Θουκυδίδη, το οποίο θεωρείται από πολλούς συγκλονιστικό, είναι οι «δημηγορίες», οι οποίες αντιμετωπίζονται σαν πρότυπο πολιτικής ρητορείας έως τις ημέρες μας. Δεν είναι βέβαια οι πραγματικοί λόγοι των ομιλητών (μια και θα ήταν αδύνατο να τους θυμάται απέξω), αλλά μία περιγραφή του τι εικάζεται ότι λέχθηκε και κυρίως του τι ο ίδιος ο Θουκυδίδης θεωρούσε ότι έπρεπε να είχε ειπωθεί, ώστε να έχει τον πρέποντα αντίκτυπο στους ακροατές. Επίσης, ένας επιπλέον λόγος της αξίας των δημηγοριών είναι το γεγονός ότι μέσα από αυτές διαγράφεται ο χαρακτήρας και οι απόψεις των διαφόρων ατόμων/ παρατάξεων που καθόρισαν την εξέλιξη του πολέμου. Οι δημηγορίες, παρουσιάζονται ως επί τω πλείστο ανά ζεύγη αντιθέτων παρατάξεων: Κλέωνας ≠Διόδοτος και Πλαιταιείς ≠ Θηβαίοι. Εξαίρεση είναι η δημηγορία του Περικλή, στην οποία δεν έχει αναφερθεί κάποιος αντίλογος.

Ο Θουκυδίδης χρησιμοποίησε στο συγγραφικό του έργο την παλιά αττική διάλεκτο και οι προτάσεις του είναι ασύμμετρες, έχοντας μιας μορφής «αδεξιότητας». Το ύφος του, χαρακτηρίζεται συχνά κάπως μονότονο, αφού συνήθιζε να αναφέρει αλλεπάλληλα γεγονότα, αποφεύγοντας, όμως, να γράψει τα προσωπικά του συμπεράσματα. Όντας επηρεασμένος από τον Γοργία, έκανε συχνή χρήση των λεγόμενων γοργίειων σχημάτων και γενικότερα είχε έναν δραματικό τόνο στην αφήγησή του. Γενικότερα, η ικανότητα του Θουκυδίδη στην ανάλυση των γεγονότων και της ψυχολογίας των χαρακτήρων/ λαών μπορεί να θεωρηθεί μοναδική. Είναι εξίσου ενδιαφέρον να αναφέρουμε ότι, επειδή οι διάφορες ελληνικές πόλεις χρησιμοποιούσαν διαφορετικό ημερολόγιο μεταξύ τους, γεγονός που δυσκόλευε την χρονολόγηση των δρώμενων του πολέμου, κατάφερε να ξεπεράσει αυτήν τη δυσκολία με το να δημιουργήσει ένα ξεχωριστό χρονολογικό σύστημα, το οποίο αφορούσε μόνο την χρονολόγηση του πολέμου. Έτσι τον βλέπουμε ότι ανέφερε στην αρχή της ιστορίας του, για μία μοναδική φορά, τόσο την αττική, όσο και την σπαρτιάτικη ημερομηνία ( ώστε να γνωρίζουμε πότε θεωρείται η απαρχή του πελοποννησιακού πολέμου και για τις δύο αντίπαλες εμπλεκόμενες δυνάμεις), αλλά από εκεί κι έπειτα αναφερόταν σε πρώτο, δεύτερο, τρίτο και πάει λέγοντας, έτος πολέμου, το οποίο είχε χωρίσει ανάλογα με τις εποχές (χειμώνα, καλοκαίρι).

Ο Θουκυδίδης υπήρξε αναμφισβήτητα ένας σημαντικός στρατηγός, άλλα πάνω από όλα ένας μοναδικός ρήτορας και ιστορικός. Η επίδραση του ήταν γενικότερα καθοριστική στην έκβαση του τρόπου συλλογής και συγγραφής στοιχείων από τους μετέπειτα ιστορικούς. Το έργο του είναι διαχρονικό, έχοντας μία στρατιωτική αξία, μεταξύ άλλων. Εξακολουθεί να προβάλετε σαν πρότυπο, έως τις μέρες μας, ανάμεσα στους κύκλους των ιστορικών, φιλολόγων και όχι μόνο.

 

ΕΥ ΠΡΑΤΤΕΙΝ
Βιβλιογραφία:
1) Θουκυδίδης, «Δημηγορίες: Πλαταιών και Θηβαίων/ Κλέωνα και Διοδότου», εκδ. Ζήτρος- Το Βήμα.
2) Θουκυδίδης, «Ιστορία», εκδ. Deagostini
Εγκυκλοπαίδειες:
- Δομή.
- Πάπυρος Larousse Britannica.
- Υδρία Cambridge Ήλιος.
_______________________________________________________________________
* Γραμματικός στην αρχαιότητα ονομαζόταν κάποιος που ασχολείτο με την ελληνική γλώσσα και τα κείμενα, κάτι αντίστοιχο των σημερινών φιλολόγων