Επίκουρος

(341- 270 π Χ)

Ο Επίκουρος είναι ένας από τους πιο παρεξηγημένους φιλοσόφους της αρχαιότητας. Η φιλοσοφία του, αν και είχε υλιστικό χαρακτήρα, ο βασικός της σκοπός ήταν η απαλλαγή του ανθρώπου από οποιασδήποτε μορφής φόβο.

Ήταν Αθηναίος. Ο πατέρας του ήταν ο Νεοκλής του γένους των Φιλαϊδών από τον δήμο Γαργηττού. Γεννήθηκε στην Σάμο, αλλά σε νεαρή ηλικία πήγε στην Τέω ώστε να παρακολουθήσει φιλοσοφία, μαθηματικά και ρητορική από τον Ναυσιφάνη, ο οποίος ήταν ένας σχετικά ασήμαντος φιλόσοφος, γεγονός βέβαια που χρησιμοποιήθηκε μετέπειτα για χλευασμό από τους επικριτές του. Όταν έγινε 18 ετών γύρισε στην Αθήνα για να κάνει την «στρατιωτική του θητεία». Λίγο πιο έπειτα ακολούθησε την πατρική του οικογένεια η οποία μετοίκησε στην Κολοφώντα. Λόγω αυτής της υποχρεωτικής μετακόμισης όλων των αθηναίων από την Σάμο μετά από την διαταγή των Μακεδονικών δυνάμεων (οι οποίες έλεγχαν την Ελλάδα εκείνη την εποχή), οι γονείς του έχασαν όλη τους την περιουσία.

Όταν έγινε 32 άνοιξε μία φιλοσοφική σχολή αρχικά στην Μυτιλήνη και μετέπειτα στη Λάμψακο. Τελικά όμως σε μικρό χρονικό διάστημα κατέληξε ξανά στην Αθήνα όπου και παρέμεινε έως τον θάνατό του το 270 πΧ. Βασικό του μέλημα ήταν η σχολή του να διαθέτει ένα πολύ μεγάλο κήπο γιατί θεωρούσε ότι η φύση κάνει καλό στον ψυχισμό των ανθρώπων και μας βοηθάει να βρούμε τις εσωτερικές μας ισορροπίες. Γενικότερα πρέσβευε την ειρηνική ζωή μακριά από την πολυθόρυβη πόλη. Εξ’ ού και η σχολή του ονομάστηκε «Κήπος». Είναι ένας από τους πολυγραφότατους αρχαίους φιλοσόφους.

Η ζωή του επίκουρου ήταν λιτή και ήσυχη. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι έζησε σε μία περίοδο όπου η Αθήνα είχε χάσει την παντοδυναμία της και βρισκόταν κάτω από τον έλεγχο των Μακεδόνων. Για αυτό ακριβώς τον λόγω δεν περίμενε τίποτα καλό να προέρθει από την πολιτική. Σε αντίθεση λοιπόν με τον μετέπειτα Πλούταρχο, θεωρούσε ότι ο άνθρωπος πρέπει να απέχει από την πολιτική ζωή ώστε να βρει την ψυχική του αταραξία. Η «κοινωνία λοιπόν των φίλων» έχει πλέον πάρει για αυτόν την θέση του οργανωμένου κράτους και πάνω από όλα της «πολιτικής οργάνωσης». Η φιλία για αυτόν έχει τεράστια σημασία και αντικαθιστά ακόμα και τον έρωτα, τον οποίο ο Επίκουρος θεωρεί ως καταστροφικό πάθος.

Οι μαθητές του τον σέβονταν σε τέτοιο βαθμό ώστε να φτάνει στο βαθμό της «θεοποίησης». Μάλιστα ο ίδιος προκάλεσε αρκετά τους μετέπειτα επικριτές του με το να ζητήσει από τους μαθητές του στην διαθήκη του να τον τιμούν στις 20 κάθε μηνός συμποσιάζοντας. Βέβαια αυτό δεν θα έπρεπε να μας ξενίζει τόσο πολύ λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι αυτή ήταν μία κοινή πρακτική για τους μαθητές των μεγάλων φιλοσόφων της εποχής.

Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του ήταν η αυτάρκεια και η πραότητα. Άλλωστε στόχος της φιλοσοφίας του ήταν η ειρήνη της ψυχής που θα επιτυγχανόταν με την εξάλειψη των περιττών φόβων και ανησυχιών. Αλλά για να το πετύχει κάποιος αυτό θα έπρεπε πρώτα να κατανοήσει τους φυσικούς νόμους (Ένα από τα βασικά του έργα είναι το «Περί Φύσεως»). Ο επίκουρος καταδικάζει οποιασδήποτε μορφής πρόληψη γιατί την θεωρεί υπεύθυνη στο να προκαλεί πάθη. Η φιλοσοφία του είχε πρακτικό χαρακτήρα. Ήθελε δηλαδή ο άνθρωπος να επιτύχει την ευδαιμονία στη ζωή του.

Η σχολή του ανταγωνιζόταν την στωική σχολή. Ο Επίκουρος είχε μεγάλη απήχηση στην Ρώμη και επηρέασε αρκετά τις απόψεις αρκετών ανθρώπων σε όλους τους μετέπειτα αιώνες έως τους πρωτοχριστιανικούς χρόνους. Ως συνήθως, οι χριστιανοί δεν κατάλαβαν την διδασκαλία του και την πολέμησαν γιατί την θεώρησαν προαγωγό ακολασίας καθώς και αρνητή της ύπαρξης του θεού εντός αυτού του κόσμου. Εκτός από τον Δημόκριτο ο Επίκουρος έχει επηρεαστεί αρκετά και από τον Αρίστιππο (ιδρυτή της Κυρηναϊκής σχολής και μαθητή του Σωκράτη). Χώρισε την φιλοσοφία του σε 3 μέρη : τη λογική , τη φυσική και την ηθική.

Η φυσική φιλοσοφία του Επίκουρου θεωρούσε ότι ο ουράνιος κόσμος είναι το αποτέλεσμα τυχαίων γεγονότων, ενώ ο γήινος κόσμος είναι αποτέλεσμα της φύσης και ακολουθεί κάποιους φυσικούς νόμους. Η φύση αν και μας δίνει ότι είναι σημαντικό για να επιβιώσουμε, από την άλλη είναι εξίσου επικίνδυνη για εμάς λόγω του φόβου, των αρρωστιών , του θανάτου και των συχνά παράλογων επιθυμιών. Και εδώ ακριβώς είναι που παρεμβαίνει ο φιλοσοφικός βίος, ο οποίος μας κάνει να ανέλθουμε μέσω της γνώσης και να φτάσουμε στην αταραξία της ψυχής και κατ’ επέκταση σε κάτι που να μοιάζει στην ακινησία των θεών.

Η ίδια η φύση μας παρέχει ότι μας είναι απαραίτητο για να είμαστε ευδαίμονες, αρκεί να ξεπεράσουμε συνειδητά τους φόβους και τα πάθη μας. Ο κόσμος για τον Επίκουρο προϋπήρχε του ανθρώπου και αυτό μπορούμε να το καταλάβουμε από το γεγονός ότι βρισκόμαστε σε ένα αφιλόξενο περιβάλλον το οποίο τιθασεύουμε μέσα από την συλλογική μας προσπάθεια και την συνεχή μας εργασία.

Για τον Επίκουρο οι θεοί μπορεί να μιλούν ελληνικά και να είναι ανθρωπόμορφοι αλλά το σώμα τους δεν είναι από σάρκα. Είναι τέλειοι , ευδαίμονες από την φύση τους και αιώνιοι, αλλά η αιωνιότητα αυτή δεν είναι δεδομένη και για αυτό πρέπει να την διατηρούν. Αυτός ακριβώς είναι και ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους δεν ασχολούνται με την ανθρωπότητα που είναι ατελής και θνητή. Τα ανόμοια λοιπόν πράγματα δεν μπορούν να έχουν επαφές μεταξύ τους. Επομένως η πίστη ότι οι θεοί ασχολούνται μαζί μας και με την καθημερινή μας ζωή δεν είναι τίποτα άλλο από ψευδαίσθηση. Οι θεοί ζουν σε ά-κοσμους, δηλαδή στις περιοχές μεταξύ των κόσμων και είναι προσιτοί σε εμάς μόνο με την σκέψη μας ή μέσω των ονείρων μας όπου μπορούμε να τους δούμε ως είδωλα. Το ενδιαφέρον των θεών προς εμάς μπορεί να φανεί στο γεγονός ότι η ευδαίμονη ζωή τους μπορεί να γίνει για εμάς πρότυπο ζωής. Ο φιλόσοφος λοιπόν θα πρέπει να μιμείται τους θεούς και να τους λατρεύει χωρίς όμως να περιμένει ανταλλάγματα από αυτούς.

Η ηθική του Επίκουρου είχε υλική βάση. Δίδασκε την ηδονή ως αγαθό. Ο κάθε άνθρωπος, ήδη από την νηπιακή ηλικία, επιθυμεί ότι του προσφέρει χαρά- ηδονή και αποφεύγει ότι του προκαλεί πόνο πχ προτιμάει να είναι χορτάτος από το να πεινάει. Αυτή λοιπόν η αίσθηση χόρτασης του προσφέρει ηδονή. Όμως για τον Επίκουρο το στομάχι μπορεί να αποκτήσει την αίσθηση του κορεσμού εξίσου με ένα κομμάτι ψωμί όσο και με ένα λουκούλλειο γεύμα. Επομένως είναι παντελώς λάθος όσοι θεωρούν ότι προωθούσε την κραιπάλη μέσω της διδασκαλίας του. Στην προσωπική του ζωή μάλιστα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα άτομο με ασκητικές τάσεις. Στην ουσία λοιπόν μιλούσε για την αυτοκυριαρχία σε όλα τα επίπεδα. Κάποιες φυσικές ηδονές όπως το φαγητό είναι φυσικές, κάποιες άλλες όμως είναι μάταιες. Άλλωστε οι ηδονές μπορούσαν να χωριστούς σε ανώτερες- πνευματικές και σε κατώτερες- σωματικές. Ο σώφρον άνθρωπος για τον Επίκουρο θα έπρεπε καθημερινά να ζυγίζει την κάθε του πράξη σύμφωνα με το ποσοστό ηδονής / πόνου που του προσφέρει και ανάλογα να επιλέγει. Γενικά αυτό που επιθυμούσε ήταν οι άνθρωποι να καταφέρουν να βάλουν τις επιθυμίες - πάθη τους σε απόλυτο έλεγχο. Πρεσβεύει τον απλό τρόπο ζωής και την αποφυγή της πολυτέλειας. Το ιδανικό θα ήταν κάποιος να ζει μακριά από την πόλη και τις πολιτικές ενασχολήσεις, έχοντας φιλοσοφικές συναναστροφές και δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην φιλία, την οποία θεωρούσε ύψιστη αξία. Επίσης ένας άνθρωπος που φιλοσοφεί όφειλε να ζει απόλυτα στο παρόν και να απολαμβάνεις το καθετί που η ζωή του προσφέρει. Έτσι όταν έρθει η στιγμή του θανάτου του να μπορεί να φύγει ευγνώμον για ό,τι έζησε. Αλλά ακόμα και αν είχε μια δύσκολη ζωή γεμάτη κακουχίες, τότε θα πρέπει να χαίρεται ακόμα περισσότερο που τελείωσαν τα βάσανά του. «Δεν υπάρχει τίποτα φοβερό στη ζωή του ανθρώπου, που ’χει αληθινά συνειδητοποιήσει ότι δεν υπάρχει τίποτα το φοβερό στο να μη ζεις. Άρα είναι ανόητος αυτός που λέει ότι φοβάται τον θάνατο.»

Μέσα λοιπόν από την φιλοσοφία του Επίκουρου κάποιος προσπαθούσε να φτάσει τα επικούρεια ιδεώδη : την εγκράτεια, την γνώση και την δικαιοσύνη και κατ’ επέκταση να επιτύχει την αταραξία-ακινησία της ψυχής, ομοιάζοντας στην ακινησία των θεών.


 

ΕΥ ΠΡΑΤΤΕΙΝ - Ειρήνη Φουρνάρη
Βιβλιογραφία: Εκδόσεις Ζήτρος- Σε συνεργασία με το Βήμα.
Εγκυκλοπαίδειες: - Πάπυρος Larousse Britannica - Υδρία Cambridge Ήλιος - Δομή