Πορφύριος

Πορφύριος (323 ή 333- 305)

Ο Πορφύριος, σύμφωνα με την βασική εκδοχή, γεννήθηκε στην Τύρο της Φοινίκης το 323 ή το 333 μΧ. Αν και υπάρχουν και κάποιες άλλες εκδοχές που θέλουν ως τόπο γέννησης του την Βαταναία της Συρίας ή της Παλαιστίνης. Ήταν ένας πολυμαθής λόγιος, με πολύπλευρη καλλιέργεια, ένας νεοπλατωνικός φιλόσοφος και πάνω από όλα ο πιο σημαντικός πολέμιος του χριστιανισμού και για αυτό άλλωστε οι χριστιανοί τον αποκαλούσαν: «ο εχθρός»! Το αρχικό του όνομα ήταν Μάλχος, όπως και του πατέρα του, που σήμαινε βασιλιάς. Το όνομά Πορφύριος (που κατά κάποιο τρόπο είναι η εξελληνισμένη απόδοσή του) του δόθηκε αργότερα, μάλλον από τον διδάσκαλό του τον Λογγίνο. Σπούδασε αρχικά στην Αλεξάνδρεια κοντά στον χριστιανό Ωριγένη, ο οποίος είχε λάβει ελληνική παιδεία και την χρησιμοποίησε ώστε να καταφέρει να δώσει ένα νόημα και μία καλύτερη μορφή στον χριστιανισμό. Ο Πορφύριος λοιπόν, αν και πήγε σε αυτόν ως παιδί, έφυγε νωρίς από κοντά του, γιατί οι διδασκαλίες του δεν τον ικανοποιούσαν. Η επόμενή του στάση ήταν η Αθήνα, όπου και παρακολούθησε τον Κάσιο Λογγίνο, ο οποίος είχε ευρεία παιδεία και μεταξύ άλλων έμαθε στον Πορφύριο πώς να στηρίζει σωστά τις θέσεις του σε μία αντιπαράθεση. Πολλοί ισχυρίζονται ότι ο Πορφύριος εξελίχτηκε στον τρανό συγγραφέα και ικανό επικριτή του χριστιανισμού, χάρη στις αρχικές βάσεις που του έδωσε ο Λογγίνος.

Το 263, όταν ήταν 30 ετών, πήγε στην Ρώμη και έγινε μαθητής του Πλωτίνου, αν και δεν κατανόησε από την αρχή το νόημα της φιλοσοφίας του και ήρθε σε μία πρόσκαιρη αντιπαράθεση μαζί του. Βέβαια ο Πλωτίνος τον κέρδισε γρήγορα μετατρέποντας τον σε έναν από τους πιο φανατικούς του ακροατές και έμπιστους μαθητές. Έμεινε κοντά του για 6 χρόνια, αλλά έφυγε για ταξίδι στην Σικελία, έπειτα από προτροπή του διδασκάλου του, ο οποίος κατάλαβε ότι ο Πορφύριος είχε πάθει κατάθλιψη και ήταν στα πρόθυρα της αυτοκτονίας. Ο Πορφύριος δεν περιορίστηκε μόνο στην Σικελία, αλλά ταξίδεψε έως και την Καρχηδόνα. Όταν γύρισε στη Ρώμη έγινε διευθυντής στη σχολή του Πλωτίνου (ο οποίος είχε αποσυρθεί σε κάποιο κτήμα στην Καμπανία της Ιταλίας). Δίδαξε φιλοσοφία, γραμματική και ρητορική. Μετά θανάτου του Πλωτίνου, ο Πορφύριος έγραψε τη βιογραφία του αγαπημένου του δασκάλου, καθώς και του ανατέθηκε το καθήκον- προνόμιο να εκδώσει τα συγγράμματα του. Ήθελε να κάνει κατανοητή στο ευρύ κοινό την «πλωτινική» φιλοσοφία (=τις διδασκαλίες του Πλωτίνου) εκλαϊκεύοντας την έως ένα σημείο. Βέβαια, παρέμενε δεδομένο ότι στην ουσία η φιλοσοφία είναι μία μορφή μυήσεως και ότι αν κάποιος θέλει να πορευτεί στον δρόμο της, όφειλε πρώτα από όλα να έχει αποκτήσει ένα βασικό επίπεδο παιδείας. Στην πραγματικότητα απλά προσπάθησε να κάνει κατανοητές στον καθημερινό άνθρωπο τις βασικές φιλοσοφικές αρχές μέσα από τη διαλεκτική, τη λογική και μίας μορφής ασκητισμού (που ομοιάζει αρκετά με αυτό που γνωρίζουμε στις μέρες μας ως χριστιανικό ασκητισμό).Η φιλοσοφία λοιπόν είναι η οδός που μέσα από την κάθαρση μας οδηγεί στην επανένωση με το θείο. Η κάθαρση αυτή πραγματοποιείται μέσα από την αγαμία, την αποχή από κάθε μορφής διασκέδαση και την χορτοφαγία. Στο έργο του «Περί αποχής εμψύχων» επαναλαμβάνει και αναλύει, μία διαδεδομένη πλέον μεταξύ των ελλήνων άποψη, ότι οι φιλόσοφοι πρέπει να απέχουν από την κατανάλωση κρέατος, αφού τα ζώα επίσης διαθέτουν συγγενική ψυχή με εμάς και βρίσκονται σε μία πορεία ανέλιξης. Περαιτέρω, ο φιλόσοφος για τον Πορφύριο οφείλει με τις καθημερινές του πράξεις, λόγους και σκέψεις να βρίσκεται πάντα κοντά στον θεό, διότι θεωρούσε ότι «ο σοφός τιμά τον Θεό και σιωπηλός ακόμα, ενώ ο άξεστος και προσευχόμενος και θυσιάζων μιαίνει το θείον…». Δεν έχουν λοιπόν σημασία οι λιτανείες και οι θυσίες, αλλά η φιλοσοφική ζωή και η προσέγγιση του θείου μέσα από την «καθαρή διάνοια»!

Ο Πορφύριος επίσης θεωρούσε ότι ο πλατωνισμός και η αριστοτελική λογική αλληλοσυμπληρώνονται. Ήταν ο πιο «επιστημονικός» των φιλοσόφων και κοντά του μαθήτευσε τόσο ο Ιάμβλιχος όσο και ο Θεόδωρος ο Ασιναίος. Οι επικριτές του τον κατηγόρησαν, λέγοντας ότι δεν παρήγαγε καθόλου δικιά του φιλοσοφία και ότι δεν εξέλιξε περαιτέρω τον νεοπλατωνισμό. Από την άλλη όμως, χάρη στη συνήθεια του που όταν έγραφε κάτι ανάφερε την αρχική πηγή, στις ημέρες μας έχει φτάσει μία έγκυρη παρακαταθήκη από υλικό αρχαίων φιλοσόφων. Με αυτόν λοιπόν τον τρόπο διέσωσε πολλά αποσπάσματα από τους ορφικούς, τους προσωκρατικούς, τους στωικούς (και όχι μόνο) φιλοσόφους.

Όταν είχε γίνει διευθυντής την «πλωτινικής σχολής», παντρεύτηκε την ασθενική χήρα ενός φίλου του, την Μαρκέλλα, που είχε 7 παιδιά. Ο λόγος αυτής του της απόφασης δεν είχε να κάνει με μία σαρκική υποκίνηση, αλλά γιατί την λυπήθηκε, καθώς και θαύμασε τις φιλοσοφικές της τάσεις. Δεν παρέμειναν όμως σύνοικοι για μεγάλο διάστημα, αφού ο Πορφύριο ήταν αφοσιωμένος πάνω από όλα στον αγώνα εναντίον των χριστιανών. Επομένως, μετά από 10 μήνες, αναγκάστηκε εσπευσμένα να φύγει ώστε να έρθει σε επαφή με άλλους φιλοσόφους. Λόγω του ταξιδιού αυτού η Μαρκέλλα έπεσε σε μελαγχολία, έχοντας σαν αποτέλεσμα να φτάσει στις μέρες μας μία εκπληκτική επιστολή που της έστειλε ο Πορφύριος, την αποκαλούμενη «Προς Μαρκέλλαν». Γενικότερα ήταν πολυγραφότατος. Έγραψε συνολικά 77 έργα, τα οποία αφορούσαν ένα πλήθος τομέων: ηθική, ιστορία, φυσική, μεταφυσική, θεολογία και βιογραφίες σημαντικών φιλοσόφων, όπως «ο βίος του Πυθαγόρα» κι «ο βίος του Πλωτίνου». Κάποια άλλα έργα του είναι τα: «Περί αγαλμάτων», καθώς και το «Περί του Εν Οδύσσεια των Νυμφών άντρου», το οποίο είναι μία αλληγορική ερμηνεία των ομηρικών επών.

Ο Πορφύριος ήταν υπέρμαχος των Εθνικών και ενάντιος της χριστιανικής λαίλαπας! Έζησε σε μία εποχή όπου οι εθνικοί φιλόσοφοι αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν ιδεολογικά την αυξανόμενη πορεία του χριστιανισμού, καταρρίπτοντας αυτό το νεοσύστατο και σαθρό θρησκευτικό σύστημα, αποκαλύπτοντας τις ασάφειες του. Κατηγορούσαν τον χριστιανισμό ότι απευθυνόταν σε «τεμπέληδες, αμόρφωτους, δεισιδαίμονες, γυναικούλες, δούλους και γενικότερα σε ανθρώπους ταπεινής καταγωγής»! Ο Πορφύριος έγραψε το εκπληκτικό 15οτομο έργο «Κατά των χριστιανών», από το οποίο μας έχουν απομείνει μόνο ελάχιστα αποσπάσματα, χάρη σε ένα και μόνο αντίτυπο που βρέθηκε στην Αθήνα, το 1867(το «Αποκριτικός προς έλληνας»), ενός από τους χριστιανούς (του Μακάριου Μάγνητου) που προσπάθησαν να αντικρούσουν τις θέσεις του Πορφύριου. Ο λόγος για τον οποίο δεν μας σώζεται ολόκληρο το έργο αυτό είναι ότι στις 16 Φεβρουαρίου του 448 μΧ οι αυτοκράτορες, Θεοδόσιος Β’ και Βαλεντινιανός , διέταξαν την καύση τόσο του έργου «Κατά των χριστιανών», όσο και κάθε χριστιανικού αντίτυπου το οποίο περιείχε μέσα του αποσπάσματα του! Υπάρχει πάντως η πεποίθηση ακόμα και στις μέρες μας ότι το Βατικανό, στη βιβλιοθήκη του, κατέχει κάποιο αντίτυπο του αρχικού έργου του Πορφύριου. Όπως υπήρξε και μία αντίστοιχη φήμη για την βιβλιοθήκη των Μεδίκων. Στο «Κατά των χριστιανών» ο Πορφύριος, μεταξύ άλλων, αποκάλυψε την απαρχή και τον τρόπο διαμόρφωσης της χριστιανικής θρησκείας, καθώς και την πραγματική δράση των Αποστόλων. Αποκάλυψε με στοιχεία ότι όλο το χριστιανικό θρήσκευμα είναι ένα κράμα αρχαίων δοξασιών και ότι τα λεγόμενα του Ιησού είχαν παραποιηθεί στην πλειοψηφία των περιπτώσεων. Για αυτές τις αποδείξεις άλλωστε που κατέγραψε αντιμετωπίστηκε με τόσο μένος από τους χριστιανούς το έργο του!

Ο Πορφύριος απορρίπτει οποιαδήποτε «μονοθεϊστική αντίληψη για τη δημιουργία της Ύλης και θεωρεί ότι οι θεοί είναι προσωπικότητες που δρουν εντός του κόσμου, όπου κατοικούν οι άνθρωποι». Δεν υπάρχει μόνο ένας θεός, με τον ίδιο τρόπο που δεν υπάρχει και μόνο ένας άνθρωπος. Βέβαια εν αρχή βρίσκουμε το Εν κι Αγαθό. Είναι σημαντικό να παρατηρήσουμε το γεγονός ότι συχνά στο έργο του βλέπουμε την εναλλαγή των λέξεων θεός και θεοί, αφού για αυτόν μπορούν να συνυπάρξουν και τα 2 συγχρόνως, χωρίς να καταρρίπτουν το ένα το άλλο. Η ψυχή είναι το θεϊκό κομμάτι που ενυπάρχει μέσα στον άνθρωπο και ο ρόλος του σώματος είναι απλά να ντύσει την ψυχή, με τον ίδιο τρόπο που κι ο χιτώνας ντύνει το σώμα. Βέβαια σε αντίθεση με τους χριστιανούς δεν καταδικάζει το σώμα ή την ύλη, αφού αποκαλεί το σώμα «θαύμα ιδέσθαι». Δηλαδή, με άλλα λόγια, η υλική μορφή είναι ένα θαύμα από μόνη της και οφείλουμε να την θαυμάζουμε για το κάλλος της- την ομορφιά της. Παρατηρούμε εν γένει ότι στους εθνικούς υπάρχει μία «ιερότητας της Φύσης». Οι αντιθέσεις, λοιπόν, χριστιανισμού και αρχαιοελληνικής θρησκείας- φιλοσοφίας, όπως αντιλαμβανόμαστε, είναι αναρίθμητες και καίριες. Επομένως, τελούν κάθε πιθανότητα προσέγγισης των 2 κοσμοθεωριών άκρως αδύνατη!

Ο Πορφύριος ήταν αναμφισβήτητα πάνω από όλα ένας πιστός εθνικός, με βαθύ σεβασμό προς τις πατροπαράδοτες παραδόσεις. Συνέλεξε πολλές αρχαίες προσευχές και αρκετοί τον θεωρούν ως τον «εκσυγχρονιστή» της αρχαίας ελληνικής θρησκείας. Με το έργο του επηρέασε αρκετά τις μεταγενέστερες εποχές. Δεν είναι απολύτως σίγουρο, αλλά θεωρείται ότι πέθανε στη Ρώμη το 305.

 

ΕΥ ΠΡΑΤΤΕΙΝ - Ειρήνη Φουρνάρη
Βιβλιογραφία
1) Πορφύριος, «Περί του Εν Οδύσσεια των Νυμφών άντρου», εκδ. Ιδεοθέατρο.
2) Πορφύριος, «Κατά των χριστιανών», εκδ. Θύραθεν.
Εγκυκλοπαίδειες:
- Δομή.
- Πάπυρος Larousse Britanicca.
- Υδρία Cambridge Ήλιος.